Πέμπτη 29 Μαΐου 2008

το άνεργο βέλος



Ονομάζομαι Απόστολος Τέλος ...

...και είμαι προγραμματισμένος να εμφανίζομαι την εποχή
που οι μηλιές γεννάνε τα καλύτερα τους μήλα…
Έχω την υψηλή αποστολή να σημαδεύω
το μήλο πάνω από το κεφάλι σας
και τη δεινή ικανότητα
να βάζω τέλος στην αγωνιώδη αναμονή των μήλων
να πεθάνουν από μια σάπια αυτοχειρία.
Συνήθως δεν βλέπω ποιος είναι από κάτω
γι αυτό και συγκρατώ μέσα μου το τόξο
και ξύνω παλιές μου πληγές με το άνεργο βέλος.
Η αλήθεια όμως είναι ότι
ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί μου έδωσαν το όνομα Τέλος
αφού δεν κατάφερα ούτε ένα μήλο να σκοτώσω
προτού μόνο του σαπίσει
ούτε έναν ολόσωμο να σώσω από κάτω
για να μου προσφέρει με το ένα του χέρι το ετοιμοθάνατο μήλο
και με το άλλο την άρνηση για κάτι σάπιο να ζούμε.
Και ίσως είμαι ο πρώτος ισόβιος τοξοβόλος
που δηλητηρίασε τον εαυτό του
ρίχνοντας όλα τα βέλη που προόριζε για τους άλλους
μέσα του.

Δευτέρα 26 Μαΐου 2008

ο ανθρώπινος αντίχειρας...


Τα εφτά θαύματα τελικά ήταν μόνο τρία
ο προπάτορας κτήνος
ο άνω θρώσκων επί πτωμάτων
και ο νυν εγγονός τους.

Αιτία ο ανθρώπινος αντίχειρας
που έμπροσθεν των άλλων δακτύλων σαν φτάσει
κάνει την αρπαγή των πάντων
οικείο τρόπο τη ζωή να περάσει…
Ενέχεται βεβαίως και το ύψος του λάρυγγα
στο επιστόμιο των σύμφωνων φωνηέντων
με την αντιλαλούσα εντόσθια σκέψη
« δικούς μου όλους σας θέλω».
Η συνήθης τροφή του μικρού κτήνους «εγώ»
το απέναντι δίποδο θήραμα «εσύ»
και η αντιστρόφως υψούμενη πείνα - ευχή
στα κελιά των προς βρώση αιχμαλώτων θηρίων
αχ να βγω
νάσαι μέσα εσύ!


Εκτροχιαστήκαμε κύριοι και κυρίες αντίχειρες του κόσμου
σε τροχιές μαϊμούδων εαυτών
συλλέκτες ασυλλέκτων σκοπών
«και στο παίρνω και δώσ’ μου»…
πολλοί οι πλανήτες επί του πλανήτη γη
και πλάνητες άλλοι τόσοι και μακραίνει η πληγή…

Στην τροχιά της αβύσσου
μετέωρες μνήμες, κομήτες σαν κρίκοι εαυτών
μιας κομμένης στο σύμπαν αλύσου
που όλο ψάλλει στα άστρα το «πάτερ ημών».

Στο πανί οι σκιές δείχνουν άνθρωπο
με άνθρωπο υπό μάλης
το ικρίωμα ντεκόρ άνισης πάλης
για όσους δεν είχαν που την κεφαλήν κλείνε…

ο «σώζων εαυτός» εμπρός όλων των άλλων
φωνάζει «αφήστε με κάτω δικός μου είμαι»
μα εκτός σκηνής ουρλιάζει «τρεχάτε»
και πατώντας τους άλλους τους λέει « με πατάτε»…

μα στο ‘πα δε στο ‘πα κτήνος παλιέ εαυτέ μου
τώρα θρώσκω προς τα άνω
και βοήθα κι εσύ Θεέ απ’ Αυτέ μου
με τα δόντια σε αγγέλου κορμί να πιαστώ, να ‘ρθω πάνω!

Τετάρτη 21 Μαΐου 2008

τι να είδες εντός μου;


Κοιτούσες τα μάτια ένα βλέμμα πιο μέσα. Και κοιτούσες όσα εγώ δεν μπορούσα. Τι να είδες εντός μου;
Εκεί μέσα πως ζω και τι κάνω;
Ακουμπούσες τα χέρια ένα χάδι πιο πάνω. Και στην αφή σου κρατούσες τα ανέγγιχτα για έναν. Πως μπορούσες;
Και πως είναι το χάδι ένα χάδι πιο πάνω;
Περπατούσες μαζί μου ένα βήμα πιο πίσω μα πατούσες ένα βήμα μπροστά μου. Πως περνούσες όταν πίσω μου ήσουν; Που πατούσες; Το ένα βήμα το πίσω δικό σου.
Τίνος το βήμα το άλλο το μπροστά το μεγάλο;
Χτες το βράδυ γυρνούσες δυο στενά παραπάνω και ρωτούσες για μένα. Πώς περνώ και τι κάνω. Μα κανείς τους δεν με είδε και κανείς τους δεν ήξερε αν υπάρχω, που μένω, τι κάνω.
Τι ρωτούσες; Αφού χίλιους τόπους
πιο πάνω
πιο μέσα
πιο πέρα
από κει που θαρρούσα ότι ζούσα
με τα μάτια, τα χέρια, την ψυχή με κρατούσες!

Παρασκευή 16 Μαΐου 2008

θρήσκευμα: γεννημένος!



Γεννώνται αργά όσοι αισθανθήκαν στη μήτρα νωρίς
ανασκευάζουν εκεί που δεν τους ξέρει ακόμα κανείς
κλάμα και γέλιο μιας και μόνης ψυχής
νιώθουν τον πόνο έτσι στον κόσμο να βγεις
παίρνουν στροφή με τα μάτια κλειστά
και στο λώρο αίφνης το αίμα μαυρίζει
λάθος το δρόμο έχει δέσει ή σωστά
έξω τα φώτα ποιο φως τα ορίζει;

Το ξένο αίμα τελειώνει για πάντα
το πρώτο άκουσμα μια άγνωστη μπάντα
"να η ζωή κλάψε κλάψε έχεις βγει"
το φως που βλέπεις δεν είναι αυγή
κεριού είναι νήμα που καίει στην ψυχή
ίσως κι η μόνη αγνή προσευχή…

«σκουπίστε το αίμα δεν είναι το δικό του»
θα πει μια φωνή
"κόψτε τον άχρηστο για ζωή αφαλό του
και δέστε το λώρο για το θάνατό του…»


Ναι πάνε αργά όσοι νοιώσαν νωρίς
πως ίδιος δεν βγήκε στον κόσμο κανείς
ο λώρος τέλος, μονάχο το αίμα κυλά
και φοβούνται κι αγγίζουν άλλη σάρκα δειλά
κι ονειρεύονται πάντα πως το όνειρο χάνει
μα το όνειρο είναι μήτρα που η ζωή δεν την πιάνει
του ονείρου ο λώρος γράφει πάνω «γενναίος»
«ο θάνατος μπρος η γέννηση τέως».

Πέμπτη 15 Μαΐου 2008

αγορά πεπρωμένου...



Ξέρω κινδυνεύω ακόμα πιο ασύμφορος να σας φανώ
και αφελής επενδυτής να αποδειχτώ για μια φορά ακόμα
αγοράζοντας και άλλη θλίψη
μα σε αυτή την αγορά την έχουνε στον πάγκο έξω έξω
και πρέπει επειγόντως όσα έχω να διαθέσω .


Τα αισθήματα βλέπεις μέρα με τη μέρα χάνουν
και με τα τόσα πια άνευ αξίας μαραμένα "φευ"
μόνο με λίγα φρούδα "αχ" θα αναγκαστώ να τα ανταλλάξω…


Ναι θα αγοράσω,
έστω σε λύπη με μακρύ κοτσάνι
με ρίζα άκοπη στα μέσα μέσα δάκρια να φτάνει
αφού η χαρά η στενόφυλλη πουλιέται λίγο λίγο
και μου μαραίνεται στο αλμυρό αμέσως
γιατί είναι η ρίζα της κοντή και μου απαιτεί κι απόσταγμα νερό…


Ναι δε με μέλλει
και να επενδύσω σε πιο φρέσκια οδύνη
κάτι θα βρω στα δάκρια να μαγειρέψω
ίσως εμένα, ίσως και όση απ’ τη θύμηση έχει μείνει
ή και τα δυο
πιο γευστικός και με τους δυο κύβους ο καημός θα γίνει…


Ναι θα αγοράσω όση θλίψη ο πάγκος έχει.
Και μάλιστα από κείνη με τη γεύση μανταρίνι
με το κουκούτσι μνήμη που άλλος το τρώει κι άλλος το φτύνει
για να έχω πότε το ένα πότε το άλλο να επιλέξω…
Και άλλα τόσα σε λεμόνι
με τη φλούδα τη χοντρή ξεχωριστά ψιλοκομμένη
να συνηθίζει σιγά σιγά η γλώσσα το ξινό
απ’ το λεμόνι που το κάνουνε γλυκό
κάποιοι μου φίλοι
για να γλυκαίνουν με μεταλλαχθέν γλυκαντικό
την άγευστη καθάρια ύλη.


Α… κι ένα ματσάκι φρέσκο μαϊντανό
μήπως και πάψει επί τέλους
του παπαγάλου μου το ακόρεστο το στόμα
που όλο μου λέει και ξαναλέει:
«μην αγοράσεις από κει
μην αγοράσεις από κει…
έχει πιο κάτω λαϊκή
έχει πιο κάτω λαϊκή
που έχει ο θάνατος ανοίξει

και γράφει:
"με τη ρίζα μες στο χώμα της η θλίψη"
"και δωρεάν ο μαϊντανός για μια ζωή
στον παπαγάλο που απελπισμένο αγοραστή θα υποδείξει!"


Τρίτη 13 Μαΐου 2008

Άστρου Σαρακηνού Ναύτης!



Σαρακηνών θαμμένο καράβι
του ονείρου τα φώτα ανάβει.
Καπετάνιος ο κουρσάρος το χάδι
το περνά στα στενά μέσα του Άδη
και το βγάζει στου πελάου τα νερά…
Είναι νύχτα βαθιά παντού σκοτεινιά
μα ένα άστρο που θυμάται το ναύτη
γαντζωμένο στο πρώτο κατάρτι
πειρατής του ουρανού του σαλπάρει
και κοιτάει στα σβησμένα του χάρτη
κάποια ρότα παλιά που είχε πάρει
ξεκινώντας στα μέσα ενός Μάρτη
για να λάμψει στου ναύτη τα μάτια
κι είχε κάνει το καράβι κομμάτια!

Κυριακή 11 Μαΐου 2008

ΟΛΟΤΑΧΩΣ ΨΗΛΑ!



Ποιός έχτισε στης πλώρης μου τα κύματα κολόνες
ποιός κόλλησε στην πρύμνη μου τους πόθους χαμηλά
και νόμισε αταξίδευτους θα αφήσω τους αιώνες;
Οι ναύτες στο κατάστρωμα κι ΟΛΟΤΑΧΩΣ ΨΗΛΑ!

Να σηκωθούν οι άγκυρες και όρτσα τα πανιά
οι μούτσοι ας ξεπλύνουνε αυτή τη μελανιά
που άφησε στο κατάστρωμα το χτεσινό μπουρλότο
ο Δεύτερος στη γέφυρα βάλτε γάζες στον Πρώτο
και δέστε με εκεί ψηλά στο μπροστινό κατάρτι
γιατί έχω το προαίσθημα για ένα καιρό αντάρτη
αφού κάποιες σειρήνες μου τις έφαγαν οι λύκοι
που πέρασαν το πέλαγο θαλασσινό τσιφλίκι…

Βίρα λοιπόν τις άκυρες και λύστε τα σκοινιά
κι έτσι όπως σαλπάρουμε ρίξτε μια κανονιά
χαιρετισμό στον άγριο των άφτερων ντουνιά
και αμολήστε πίσω μας με αγκίστρι στο φτερό
εκείνο το σκυλόψαρο που με ζητάει καιρό
χτυπιέται στην καρίνα μου στραβώνει την προπέλα
και βγαίνει από τα ύφαλα κι όλο μου λέει «έλα
έλα να πλέξουμε μαζί θαλασσινά τριφύλλια
γοργόνες τριαντάφυλλα ταξίδια από κοχύλια»…
τέρμα θαλασσολούλουδα και οι ψευτιές στα χείλια…

Εσύ λοστρόμε να κοιτάς με κιάλια στα ψηλά
μήπως μας λέει ψέματα κι αυτή η αστροφεγγιά
είναι του φεγγαριού το φως ή το δικό μου χνώτο
και τι έχει μες στα σύννεφα κι όλο χτυπούν με κρότο
κι εκείνος ο μεσίστιος που έρχεται καημός
νάναι απ’ το νόστο που θα ‘ρθει ή του φευγιού καπνός
και πόσο απέχει απ΄το νερό του φεγγαριού η στεριά
πουλιά είναι στα σύννεφα ή φτερωτά σκαριά
και σίγουρα αρμενίζουμε σε άστρα θαλασσών
αφήνοντας ξοπίσω μας το πέλαγο των μουσών;
Κοίτα να δεις το πέρασμα όπου περνούν οι αιώνες
εκεί που μόνα κύματα είναι οι αστρικοί μουσώνες!

Σάββατο 10 Μαΐου 2008

καλά ραμμένο το "ποιόν"...


Αλέθω καρφιά για το νέο μου στρώμα
μπαλώνω το σώμα
και το ξαπλώνω γεμάτο ραφές
ναι έτσι θα πονάνε πιο λίγο οι πληγές
και τα βράδια
θα χαϊδεύουν τα παλιά μου κακάδια
οι αλεσμένες σε σκόνη στιγμές…

όσο για το ποιόν;

με αυτό υπομένω
τη σφαγή των στιγμών
σε μια ανέγγιχτη α κ ό μ α φόδρα ραμμένο…

Πέμπτη 8 Μαΐου 2008

του ονείρου ...

Δεν υπάρχει κανείς που να μην υπάρχει και κανείς που να μη το ονειρεύεται...

Η στιγμή σαν αιώρα

σαν αιώνιο ναυάγιο

μες στο κύμα το τώρα...

Δεν μπορεί θα είχα άγιο

αφού δεν είχα πυξίδα

και χτυπά σα σε βράχο

ό,τι βρήκα και είδα

με ότι δε βρήκα για νάχω!

Τετάρτη 7 Μαΐου 2008

Σε ρυμουλκώ στα σκοτεινά....



Σε εσένα πλοηγώ τις σκέψεις.
Νύχτα αργά το φως σβηστό
δεν θέλουν φως αυτές οι επισκέψεις.
Εγώ εδώ κι απέναντι αυτό
καράβι μεταγωγικό
με άδειες καμπίνες
άδειο από λέξεις.
Δεν του μιλώ μόνο κοιτώ
να το ανεβάζουν άδειο τα νερά
με μηχανές σβηστές
και με μια πλώρη
που θα μου έπαιρνε το χτες…
ήσουν στη γέφυρα
κι ήμουν εκεί που θα έριχνες σκοινιά
να πλεύριζες
τις ταξιδιώτισσες τις σκέψεις…
μα είναι τόσο αργά
το ρυμουλκώ εδώ στην αγκαλιά
και όλο εκεί κοιτώ

στη γέφυρα
να ανάψεις φως
να επιστρέψεις।

Τρίτη 6 Μαΐου 2008

ΤΕΛΟΣ ΚΑΛΟ... ΟΛΑ ΚΑΛΑ!


Κάποιοι ίσως νομίσανε
πως ξαφνικά περάσαμε σε άλλη εποχή
από το όρθιο βάδισμα στο βάδισμα του λύκου
εκεί που πέφτουνε πρηνείς
όταν ακούνε ανθρώπους
και στα δυο πόδια ορθώνονται
οι λύκοι σε χορό…
κι ίσως δεν έχουν άδικο
μα μπέρδεψαν τους τόπους
που πισωστρέφει ο άνθρωπος
και γίνεται θεριό…

Μοναχικός ο λύκος
μα το θεριό που ορθώθηκε είναι πιο μοναχό
γιατί δεν βλέπει που πατά
και σκέφτεται όλο μήπως
μήπως με προσπεράσανε
εκείνες οι χαρές;
Ή μήπως και πάλι ξέχασα τις πόρτες ανοιχτές
και ξαναρθεί ο λύκος;

Μοναδικό το πέρασμα που αφήνουν οι στιγμές
μοναχικό το πέρασμα και για τον γκρίζο λύκο.
Ας βλέπουμε όλοι πίσω μας αγέλες και σκιές
καθένας μόνος του περνά στο «αύριο θα λείπω»…

Θέλω να πω στο λύκο που αναζητάει οδό…
δεν πάτησα το δρόμο σου
κι είναι τόσο απλό: είμαστε εμείς ο δρόμος
που ξεκινάει πάντοτε μα πάντοτε από δω
και φτάνει στα μακρύτερα σοκάκια του μυαλού
έτσι βαδίζουμε όρθιοι μόνο πατώντας νου…
(κι εκεί μαθαίνεις τρόπους
για να πατάς και ανθρώπους)

και μια συμβουλή:
αν όντως ψάχνεις πέρασμα λύκου αληθινού
γύρνα στα μονοπάτια σου αυτά του φεγγαριού
εκεί που κάθε πέρασμα τη νύχτα είναι ανοιχτό
εδώ αν μείνεις θα περνάς μόνο με ουρλιαχτό!

(κρατάω την ταμπέλα σου ενθύμιο εγώ
κρατάω και την ανάρτηση μα και κλειδί διπλό)
και τα μάτια σου κατά το γνήσιο πέρασμα
το μοναδικό
το δικό σου!


(τα ευχαριστώ μου για την συμπαράσταση στα σχόλια)

Δευτέρα 5 Μαΐου 2008

"ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ" ( πρώην εθελουσία οδός)!


Μήνυμα αφήνω και ουρλιαχτό
σε αυτόν που γράφει σε τούτη τη σελίδα
να φύγει απ’ το blog αυτό
αφού εγώ πρώτος το είδα...

θυμάμαι πως εχιόνιζε κι ήθελα να κρυφτώ
και έφτιαξα ολομόναχος εθελουσία οδό
να σκέφτομαι ανθρώπινα μα να αναρτώ τους λύκους
μα φαίνεται ίχνη άφηνα στο χιόνι το νωπό
γιατί είδα στο κατόπι μου έναν με κάτι τύπους
που βρήκαν δρόμο ανοιχτό και κρέμασαν ταμπέλα…
«εθελουσία οδό»
μα τέρμα ως εδώ

κι αφήστε τα την μάθαμε αυτή την καραμέλα
που δεν μου αφήσατε μια γη πέρα απ’ τα καμένα…
τελειώσαμε τα μα και μου είναι η φωλιά για μένα


κι αφήστε και τα σχόλια κι αυτές τις ετικέτες
εδώ θα γράφει στο εξής «του λύκου το τσαρδί»
και στην αρχή του δρόμου «το πέρασμα του λύκου»
δε θα μιλάν πια άνθρωποι κι όποιος έχει αντίρρηση

με ουρλιαχτό να μου το πει. Κλείνει το μαγαζί
και ο γιατρός να τσακιστεί έχει αφήσει εγχείριση…
Εδώ δε θέλω ψέματα κι ανθρώπινα τερτίπια
και μη νομίζετε πως θάρρεψα ίσως επειδή τα ήπια
θα πίνω και με πανσέληνο να ακούγεται ουρλιαχτό
κι όταν ακούω βήματα θα τρέχω να κρυφτώ
στους σκοτεινούς απάτητους που έχω αφήσει τόπους


γιατί από σας ο μοναχός που είπε το σωστό
είναι αυτός που δήλωσε πολύ ειλικρινής
«ρίξε το όπλο και σωριάσου πρηνής
όταν ακούσεις ανθρώπους»


(Ο Καρυωτάκης ναι αυτός!)

Τέλος! (για εσάς)

Παρασκευή 2 Μαΐου 2008

ΑΦΗ ΝΟΜΑΙ...


Μη με φοβάστε
άλλος και άοπλος θα επιστρέψω.
Μόνος.
Με μια σημαία που ανεμίζει
όταν φείδεται ο χρόνος
θα προελάσω και θα παραδοθώ.
Και ίσως
λέω ίσως, έτσι υποτάξω λεπτοδείκτες
από το ίδιο το «φείδου» προσωπικός απεσταλμένος.
Ωχρός
ίσα να στάζει το μελάνι η πένα
αφού μετάγγισα ψυχή αντί για αίμα
σε κάτι αγγεία ραγισμένα
για να δακρύζει στον πηλό τους ο πηλός μου.
Φεγγάρι έλα
με το ασημί σου ξέπλυνε τα χέρια
πλύνε και κάτω απ’ τα σκοινιά
τους κόμπους λύσε
κι ύστερα κάνε παρακεί
να απλώσει κάπου τα φτερά και η τύψη.



Ναι, δεν θα πάω απόψε στα βαθιά
εκεί πισθάγκωνα μονάχος θα αφεθώ
σε ενός κεριού τα ρέοντα μισολιωμένα ύψη
και μη φοβάσαι
είναι αβαθή ετούτα τα νερά
κι ούτε που πνίγηκε ποτέ κανείς
στην παραγγελθείσα επίτηδες ρηχή
ενός τρεμάμενου κεριού την θλίψη

Πέμπτη 1 Μαΐου 2008

ΚΑΛΛΙΟΝ ΤΟ ΠΡΟΛΑΜΒΑΝΕΙΝ...


Είχα λίγο κόκκινο ακόμα
και ομολογουμένως αρκετό πειρασμό
μα πιο πολύ είχα
εκείνη την αβάσταχτη σκέψη
πως το μέλλον
είναι γεμάτο μαραμένα χτες
που μόνο σήμερα ανθίζουν.

 
Site Meter